11 Ιουν 2009

Παλιολαός;

11 Ιουν 2009 , 6:31 μ.μ.
«Με ποιους θα δουλέψουμε; Μου λέει ο Ντίνος. Δεν έχω εμπιστοσύνη σε κανένα»
«Με το λαό, απάντησα. Θα ξεσηκώσουμε επανάσταση»
«Με αυτόν τον παλιολαό; μου λέει. Δεν έχω καμία εμπιστοσύνη κι εκτίμηση σ’ αυτό το λαό»

Αφήγηση Στεφ. Σαράφη («Ιστορικές αναμνήσεις» απ’ τα παιδικά χρόνια ως την Κατοχή Αθήνα 1952


Η συνομίλία που αναφέρεται παραπάνω, έλαβε χώρα το 1937 στο γραφείο του Γ. Βεντήρη, ο οποίος δούλευε την τακτοποίηση του αρχείου Βενιζέλου και οι συνομιλητές είναι δύο άντρες οι οποίοι έμελλε να αφήσουν το στίγμα τους στην σύγχρονη ελληνική Ιστορία, κατά τη διάρκεια της Κατοχής και αργότερα του Εμφυλίου.

Ο Στέφανος Σαράφης και ο Κων/νος Βεντήρης. Αναφέρονται στην ανάπτυξη αντιδικτατορικού μετώπου με σκοπό την ανατροπή της δικτατορίας Γεωργίου – Μεταξά.

Δεν πέρασε κιόλας μία εβδομάδα από τις ευρωεκλογές που παρουσιάστηκαν ως οι εκλογές διαμαρτυρίας και προειδοποίησης των κυβερνώντων για τον αντιλαϊκό δρόμο στον οποίο βρίσκονται. Ψήφος δυσαρέσκειας και απόρριψης. Οι εκλογές έγιναν, αποτιμήθηκε η λαϊκή βούληση και ο ίδιος λαός που διαμαρτυρόταν κατάφερε απλά να επιβεβαιώσει τον «Ντίνο».

Γιατί τι άλλο μπορεί να είναι ένας λαός που καλείται να επισημάνει τη δυσαρέσκεια του προς τους κυβερνώντες αλλά και να επιλέξει εκείνους που θα τον αντιπροσωπεύσουν στα ευρωπαϊκά πράγματα και εκείνος αντί να αλλάξει τις συνθήκες διακυβέρνησης του, αλλάζει απλά μαγιώ;

Τι άλλο μπορεί να είναι από «παλιολαός» που δεν μπορεί να του έχει κανένας εμπιστοσύνη.

Υπάρχει ένας απλοϊκός αφορισμός που είναι ευρέως διαδεδομένος και επιτήδεια καλλιεργημένος από τους ιθύνοντες της νεοελληνικής σκέψης. Θέλει ο αφορισμός αυτός, τους πολίτες αμέτοχους σε ότι συμβαίνει αφού οι Βρυξέλλες, το Στρασβούργο, η Αθήνα, αποφασίζουν ερήμην του.

Μας μάθανε να βάζουμε τους εαυτούς μας στη γωνία, σαν τιμωρημένα παιδιά που περιμένουν τις εντολές του γονιού και δεν έχουν καμία θέση, καμία άποψη και καμία διάθεση αντίδρασης στα «θέσφατα» που θα τους επιβάλλουν.

Και μετά, όταν θα είμαστε στην άνεση της παρέας μας, ανάμεσα στους φίλους μας, θα αρχίσουμε να κρίνουμε, να γκρινιάζουμε ή και να φερόμαστε ως λέοντες που αλίμονο, ούτε νύχια έχουμε ούτε δόντια. Παλικαράδες της δεκάρας, φαφλατάδες που αρκούνται σε ανώδυνες εκφράσεις θυμού για αυτούς που κυβερνούν.

Θυμός στείρος, θυμός χωρίς ουσία, θυμός που ξεγελάει και δημιουργεί την εντύπωση πως το λαϊκό κίνημα αναγεννιέται από τις στάχτες του αλλά τελικά μένει μόνο η εντύπωση.

Γιατί έτσι μας έμαθαν, μπουκώνοντας μας το στόμα με αποφάγια και πείθοντας μας πως είναι gourmet γεύσεις που απολαμβάνουμε ως εκλεκτοί και ξεχωριστοί. Ως προνομιούχοι που «απολαμβάνουμε» τα «αγαθά» που μας προσφέρουν. Τι λαός είμαστε όταν, ζούμε την παραίσθηση της προσωπικής ευημερίας λησμονώντας πως αν αυτή η ευημερία δεν γίνει πραγματικότητα για το σύνολο, τότε θα χαθεί και για τον καθένα χωριστά. Τι λαός αν όχι «παλιολαός»

Στην παραλία.

Η αποχή που έφτασε το 47% γέννησε εντυπώσεις. Ψάχνουν όλοι οι πολιτικολόγοι το μήνυμα της αποχής. Συζητήσεις επί συζητήσεων για το τι εκφράζει το ποσοστό αυτό της αποχής. Έφτασε να συζητιέται ακόμα και το ότι η αποχή από μόνη της θα εξέλεγε κυβέρνηση αν οι εκλογές αυτές είχαν τον αντίστοιχο χαρακτήρα και σκοπό.

Την ίδια ώρα οι μήτρες του lifestyle, ο τηλεοπτικός φακός και η φτηνή ζωή που προβάλλει δίνουν συγκαλυμμένο το μήνυμα της αποχής.

«Δε μας νοιάζει. Δε μας ενδιαφέρει.»

Ο σταρχιδισμός επιβλήθηκε στην –μόνο κατ’ όνομα- κοινωνία μας ως κυρίαρχη πια πολιτική θέση. Και επειδή πρέπει να τηρούμε και τα προσχήματα, έρχονται τα think tanks της αναφερόμενης κοσμοθεωρίας να μας δώσουν και το άλλοθι του

«Όλοι ίδιοι είναι».

Ο παρατηρητής με το ισοπεδωτικό βλέμμα που ζει τη πνευματική του ραστώνη, επινοώντας πολιτικά άλλοθι αρνούμενος να κρίνει, τι άλλο λαό μπορεί να αποτελέσει εκτός από «παλιολαό»

Όσο και να θέλουν να το τραβήξουν οι «θεράποντες της ενημέρωσης - εξημέρωσης» και να χαρακτηρίσουν τις εκλογές αυτές ως «εκλογές της αποχής» το μόνο που καταφέρνουν είναι να αποδεικνύουν διαρκώς την ημιμάθεια τους και την έλλειψη πνεύματος τους.

Βάζουν στο ίδιο τσουβάλι, αποδίδουν τον ίδιο χαρακτηρισμό για τις εκλογές αυτές όπως και για άλλες που η αποχή σήμανε την έναρξη κρίσιμων και τραγικών περιόδων της Ιστορίας μας (όπως το Μάρτη του ’46)

Σχόλιο: Κάποτε φεύγαν στα βουνά για τον αγώνα. Σήμερα προτιμούμε τις παραλίες.


Στην αναμπουμπούλα ο λύκος χαίρεται


Τα δύο φαινόμενα που πραγματικά σημάδεψαν τις εκλογές αυτές ήταν άλλα. Τόσο προφανή, που καμία προσπάθεια στροφής της προσοχής στην «αποχή» δεν τα επισκιάζει.

Τα δύο φαινόμενα που χαρακτήρισαν τις εκλογές αυτές αλλά και τις επικρατούσες αντιλήψεις στο εκόγικό σώμα, ήταν:

1. Η άνοδος του λαϊκισμού

Η άνοδος που παρουσίασαν τα ποσοστά του Λάος, δεν αποτελούν τίποτα άλλο από μία επιβράβευση του λαϊκισμού, του ανορθολογισμού και της οσφυοκαμπτικής και εύπλαστης «πολιτικής».

Ένα μόρφωμα που τη βγάζει ανώδυνα εδώ και μερικά χρόνια, δίχως προτάσεις δίχως αποφάσεις δίχως ενέργειες, ένα μόρφωμα που χαϊδεύει τα αυτιά των θαμώνων του Αυτιά, απορρόφησε ένα ποσοστό των απωλειών του κυβερνώντος κόμματος.

Δεν είναι καμία ιδεολογική συγγένεια των δύο σχηματισμών που οδήγησε στην τροφοδότηση με ψήφους του μικρού από το μεγάλο. Και το ΠαΣοΚ να ήταν κυβέρνηση, στις ίδιες συνθήκες θα είχε τροφοδοτήσει το Λάος με κάποιο αντίστοιχο ποσοστό.

Ο λαϊκισμός είναι το αόρατο νήμα που ενώνει αυτούς τους σχηματισμούς. Ο λαϊκισμός που βρίσκεται πέρα από ιδεολογίες και σκοπούς.

2. Η άρνηση του ριζοσπαστισμού.

Ανάμεσα στις πολιτικές και μη προτάσεις που περίμεναν την επιδοκιμασία ή την αποδοκιμασία του εκλογικού σώματος, οι εκλογές αυτές απέδειξαν πως η ελληνικού τύπου κοινωνία φοβάται σφόδρα τον ριζοσπαστισμό.

Είναι βαθιά (πολύ βαθιά) συντηρητική και προτιμά να ασχολείται με ανώδυνες λύσεις (κατ’ ευφημισμό λύσεις) παρά να διαρρήξει τη σχέση της με το βόλεμα και να επαναπροσδιοριστεί κάποτε (μήπως και ισιώσει).

Η «πρόταση» των πολυδιαφημισμένων γνησίων τέκνων του συστήματος, Οικολόγων Πρασίνων γνώρισε την επιδοκιμασία του εκλογικού σώματος, μόνο και μόνο γιατί δεν περιείχε τίποτα το ριζοσπαστικό.

Ήταν και είναι μία ασφαλής πρόταση, ένα κενό χαρτί που ο καθένας μπορεί να γράψει ότι θέλει, σαν παιδικό λεύκωμα, αρκεί το χαρτί να είναι ανακυκλώσιμο και ανακυκλωμένο, το μολύβι επίσης και να αναφέρει υποχρεωτικά 30-40 φορές τις λέξεις «οικολογία» ή «περιβάλλον».

Η γεροντική ασθένεια του καπιταλισμού, η «οικολογία», η υποχρέωση του καπιταλισμού να «προστατεύσει ότι χρόνια τώρα καταστρέφει, η ανάγκη γέννησης του νέου άλλοθι για να συνεχίσει ο γέρων καπιταλισμός να φυτοζωεί.

Αν λείψει το άλλοθι της «οικολογίας» -πράγμα που ο καπιταλισμός δεν θα το επιτρέψει- τότε ίσως να προκύψουν ανεξέλεγκτες καταστάσεις που βέβαια η ελληνική (σαν) κοινωνία απεύχεται (μη και καταστραφεί ο Γ’ Ελληνικός Πολιτισμός της).

Όχι στο ριζοσπαστισμό λοιπόν και πολύ περισσότερο Όχι στις ανατροπές. Μια χαρά παιδιά είναι οι Οικολόγοι, που είναι και Πράσινοι.

Πως αλλιώς λοιπόν να χαρακτηρίσει κανείς ένα φοβισμένο και δειλό λαό με τα χαρακτηριστικά που αποκάλυψε στις τελευταίες εκλογές; Τον χαρακτήρισε ο «Ντίνος» -ο Κ. Βεντήρης, 72 χρόνια πριν.

Παλιολαό.

UPDATE: μετά από ηλεκτρονική ενημέρωση από το συνεργάτη Sly, προσθέτουμε και μία ακόμα απεικόνιση της Ελλάδας κατόπιν ευρωεκλογών (εκείνων του 2009),

Το πενάκι εξακολουθεί να είναι πιο κοφτερό και από το ξυράφι

Από το blog του Γιάννη Ιωάννου







_____________________________

Παλιά σχόλια (200): Σελ.2 , Σελ.1
Κοινοποιήστε το στο..
 
Υποσέλιδο
Κορυφή