8 Απρ 2010

Μια "αντιχριστιανική" απάντηση στην ΟΟΔΕ

8 Απρ 2010 , 9:57 μ.μ.

Οι αναγνώστες του jungle-report θα γνωρίζουν πολύ καλά ότι πάγια τακτική μας, όποτε ασχολούμαστε με ένα θέμα, είναι να «εκθέτουμε» τον εαυτό μας στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Αυτό σημαίνει ότι φροντίζουμε πάντοτε να δίνουμε όλες τις αναγκαίες παραπομπές σε κείμενα ή οπτικο-ακουστικό υλικό, ώστε να ξέρει επακριβώς αυτός που μας διαβάζει σε ποιον αναφερόμαστε, σε τι αναφερόμαστε, και φυσικά για ποιο λόγο λέμε όσα λέμε.

Τούτο φυσικά δεν είναι κανά κατόρθωμα, είναι κάτι το αυτονόητο για όποιον διαθέτει μια στοιχειώδη εντιμότητα. Τόσο αυτονόητο που μέχρι και ο Άδωνης Γεωργιάδης, παρόλο που του έχουμε σούρει τα μύρια όσα (και δικαιολογημένα!), φρόντιζε τουλάχιστον πάντα να αναφέρει την πηγή της κριτικής που δέχεται, ώστε ο καθένας να μπορεί να ελέγξει και τις δύο «αντιμαχόμενες» πλευρές και να βγάλει τα συμπεράσματά του.

Να όμως που η εντιμότητα αυτή απουσιάζει παντελώς από κάποιους εκπροσώπους της αγάπης και (βεβαίως βεβαίως) λάτρεις της αντικειμενικής και συνάμα δογματικής (βεβαίως βεβαίως) έρευνας.

Αφορμή μια προηγούμενη ανάρτησή μας με θέμα «Πίστευε και μη Ερεύνα (τα ψεύδη της ΟΟΔΕ)».

Η ΟΟΔΕ έβγαλε μία νέα ανάρτηση-απάντηση στο κείμενό μας, αλλά –μαντέψτε- χωρίς να αναφέρει πουθενά σε ποιον απαντάει, με καμία σχετική παραπομπή!


Screenshot της εν λόγω ανάρτησης
(κλικ για μεγέθυνση)



Τούτο έχει δύο συνέπειες: Πρώτον, ένας επισκέπτης της ιστοσελίδας τους στερείται παντελώς της ευκαιρίας να μάθει σε ποιους αναφέρονται, ώστε να μπορεί να συγκρίνει. Και δεύτερον, οι κύριοι αυτοί μπορούν εκ του ασφαλούς να μας «στολίσουν» με ένα κάρο χαρακτηρισμούς, κι αφού δείξουμε το προφανές (όπως και θα κάνουμε παρακάτω), ότι δηλαδή λεν μπούρδες, να μπορούν να «ξεγλιστρήσουν» με απαντήσεις του στιλ «μα δε μιλούσαμε εδώ για σας, γενικά –ή αλλού – αναφερόμασταν». Κάτι που βέβαια θα σήμαινε το άκρον άωτον της ανανδρίας. Θα το δούμε.

Φυσικά, όποιος διαβάσει το προηγούμενο άρθρο μας, και μετά την απάντησή τους, είναι πανεύκολο να καταλάβει ότι απευθύνονται σε μας, όπως όταν δίνουν π.χ. τη μετάφραση και το σχολιασμό του Κάλφα, τα οποία είχαμε παραθέσει. Σε ορισμένα σημεία αναφέρονται και στο «Λυκόφρονα», π.χ. εκεί που χαρακτηρίζει την έκθεση της Γ’ Οικ. Συνόδου «θεόπνευστη». Ένας αναγνώστης όμως αποκομίζει την εντύπωση ότι αναφέρονται διαρκώς στους ίδιους (προς στιγμήν νόμισα ότι το «θεόπνευστη» το είχα γράψει εγώ!).

Οι άνθρωποι φτάνουν στο σημείο να αντιγράφουν τη μετάφραση πλατωνικού χωρίου από τον Κάλφα (που δώσαμε εμείς), χωρίς καν να αναφέρουν το όνομα του μεταφραστή, δίνοντας έτσι την εντύπωση ότι η μετάφραση είναι δική τους.

Αυτά περί στοιχειώδους εντιμότητας.

Τώρα ήρθε η ώρα να μάθετε κάτι νέο για το jungle-report. Γνωρίζετε φυσικά ήδη ότι είμαστε Εβραίοι, μασόνοι, πληρωμένοι πράκτορες του Soros, τσιράκια της Νέας Τάξης, ανθέλληνες βέβαια και προδότες. Πριν λίγους μήνες είχαμε τη χαρά να πληροφορηθούμε ότι είμαστε και πράκτορες των αγειοριτών.

Σήμερα, χάρη στην ΟΟΔΕ, μάθαμε και κάτι καινούριο: είμαστε νεοπαγανιστές! Ω ναι!

Στο πρώτο τους άρθρο, μετά την κριτική που ασκήσαμε, πρόσθεσαν τις παρακάτω επισημάνσεις:

Επειδή από κάποια αθεο-παγανιστικά στοιχεία έγινε προσπάθεια να παραποιηθεί το παρόν άρθρο, ή να δοθούν δήθεν περισσότερα "ντοκουμέντα" υπέρ τής εσφαλμένης άποψης που κατηγορεί τη Χριστιανική πίστη για το δόγμα αυτό, θεωρήσαμε χρήσιμο να συνεχίσουμε το θέμα σε ένα δεύτερο άρθρο, με θέμα: «Πίστευε και μη ερεύνα» και Εκκλησιαστική Πίστη: Ερμηνείες και παρερμηνείες. Μέρος 2ο, ώστε να εκτεθούν για μια φορά ακόμα οι διαστρεβλωτές.


Πρώτον, λοιπόν, είμαστε αθεο-παγανιστικά στοιχεία (και καλά το «αθεο-»), και δεύτερον θα εκτεθούμε «για μια φορά ακόμα».

Έτσι, την απάντησή τους φρόντισαν να την βάλουν στη «σωστή» κατηγορία:

«Νεοπαγανιστικές απάτες – Απάντηση στις συκοφαντίες του Νεοπαγανισμού».

Κάναμε λοιπόν μία σύντομη βόλτα στις σελίδες τους, για να καταλάβουμε τι είμαστε όταν μας αποκαλούν «παγανιστικά στοιχεία» και «νεοπαγανιστές».

Μάθαμε λοιπόν από εδώ ότι ως «παγανιστές» είμαστε πλέον το συνώνυμο του «χωριάτη», δηλαδή του αμόρφωτου και αμαθή δεισιδαίμονα. Τι αντροπή!

Πήραμε όμως τα πάνω μας όταν διαβάσαμε τι είναι οι νεοπαγανιστές (δηλαδή και εμείς): πιστεύουμε στο δωδεκάθεο, τρέφουμε ένα βαθύ μίσος για καθετί χριστιανικό (και μόνο χριστιανικό), πιστεύουμε (ως νεοπαγανιστές κι εμείς) ότι οι Έλληνες είναι μια ανώτερη φυλή, δε δίνουμε ποτέ αρχαία βιβλιογραφία από τις πηγές για να μη βρεθούμε σε δύσκολη θέση, και άλλα χαριτωμένα.

Και φυσικά δε θα μπορούσε να μην αποκαλυφθεί η σχέση μας με το Σατανά. Στο κεφάλαιο «Νέοπαγανιστικές απάτες» στο οποίο ενέταξαν την απάντησή τους σε μας, φρόντισαν να ξεκαθαρίσουν σε ποιους απευθύνονται:

Το θέμα αυτό επειδή είναι αρκετά εκτενές, θα το αναλύσουμε σε περισσότερες ενότητες. Γιατί η συκοφαντία είναι η ζωή τού Παγανισμού. Χωρίς αυτή δεν μπορεί να προσελκύσει οπαδούς, ούτε να διαδώσει τις αστείες θρησκευτικές του θέσεις. Άλλωστε, δεν θα μπορούσαν να ενεργούν διαφορετικά από τους "θεούς" τους. Γιατί "Σατανάς" σημαίνει: "Συκοφάντης".


Ευτυχώς που αυτοί είναι καλοί χριστιανοί και απέχουν από το δρόμο της συκοφαντίας!

Δεν ξέρω ποιοι είναι οι βαθύτεροι λόγοι που τους ώθησαν να μας κρεμάσουν αυτή την ταμπέλα, μπορώ όμως να δω έναν πρακτικό: για να μας «χρεώσουν» όλη την επιχειρηματολογία των δωδεκαθεϊστών και λοιπών αρχαιόπληκτων, ώστε να τους είναι πιο εύκολο μετά να μας «αποστομώσουν». Διαβολική ιδέα παιδιά!

Ήδη από τον πρόλογο της απάντησής τους φροντίζουν να διαστρεβλώσουν την κριτική μας:

Επειδή τα στοιχεία που φέραμε στο φως στο πρώτο άρθρο μας για το "Πίστευε και μη Ερεύνα" θορύβησαν ορισμένους αντιχριστιανούς που με παρερμηνείες προσπαθούν να κατηγορήσουν την Εκκλησία ως δήθεν "σκοταδιστική" και τους χάλασαν τη "συνταγή", καταβλήθηκε προσπάθεια από κάποιο αντιχριστιανικό μπλογκ να αλλοιωθούν τα λόγια του πρώτου μας άρθρου, και να δοθούν δήθεν περισσότερα στοιχεία. Υποτίθεται ότι αυτά τα στοιχεία και η αλλοίωση τών λόγων μας επιβεβαίωναν το αντιχριστιανικό δόγμα ότι η Εκκλησία εισήγαγε το "Πίστευε και μη Ερεύνα", και ότι πιστεύει σε αυτό. Κι εμείς λοιπόν με τη σειρά μας, στο δεύτερο αυτό άρθρο θα αποδείξουμε πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι το αντιχριστιανικό δόγμα: "πίστευε και μη ερεύνα", υπήρχε ΗΔΗ στην αρχαία Ελλάδα, και διδασκόταν από επιφανείς αρχαίους Έλληνες Σοφούς!


Όπως όμως μπορεί να διαπιστώσει ο οποιοσδήποτε διαβάζοντας το προηγούμενο άρθρο μας, πουθενά δεν ισχυριστήκαμε ότι η Εκκλησία εισήγαγε το δόγμα αυτό. Περιοριστήκαμε να δείξουμε στοιχεία που επιβεβαιώνουν ότι σημαντικοί εκπρόσωποι της Εκκλησίας το αποδέχονται, και να αποσείσουμε την κατηγορία αυτή από τον Πλάτωνα (όσον αφορά τουλάχιστον τα συγκεκριμένα χωρία που παρατέθηκαν). Η ΟΟΔΕ όμως το χαβά της:

Μα νόμισαν κάποιοι bloggers ότι επειδή έμαθαν να γράφουν δύο όρους-κλειδιά σε μια μηχανή αναζήτησης, και επειδή πήραν το ύφος του μεγάλου διδασκάλου και πολύ έπαρση, θα έμεναν αναπάντητες οι φλυαρίες τους;

Διότι για φλυαρίες πρόκειται, όταν το «Πίστευε και μη Ερεύνα» βλέπουμε πράγματι να χρησιμοποιείται στον αρχαίο μας πολιτισμό, τον οποίο τόσο συχνά μας φέρνουν διάφοροι ως παράδειγμα προόδου σε αντιδιαστολή όμως με τον Χριστιανισμό. Και οι bloggers αυτοί, αν και αυτοονομάζονται «ερευνητές ανακριβειών», εντούτοις έχουν βαθιά άγνοια για το γεγονός ότι το ρητό εμφανίζεται κατ’ επανάληψιν σε κείμενα της Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας.


Και πάμε τώρα στο επίμαχο χωρίο του Πλάτωνα. Τελικά, το λάθος που έκανα ήταν να θεωρήσω εξόφθαλμο το ότι μόνο ως ειρωνεία μπορεί να σταθεί το συγκεκριμένο απόσπασμα του «Τίμαιου» απέναντι στο υπόλοιπο πλατωνικό κείμενο. Ωστόσο, λίγες μέρες αφού δημοσίευσα το σχετικό ποστ, και προτού δημοσιεύσει η ΟΟΔΕ την απάντησή της, έπεσε στην αντίληψή μου ένα σχετικό και πολύ καλό κατά τ’ άλλα άρθρο, το οποίο όμως κάνει το ίδιο λάθος να αποδίδει στον Πλάτωνα μια φράση που δεν υποστήριξε. Να λοιπόν που δεν ήταν τόσο προφανές όσο νόμιζα.

Η ΟΟΔΕ βέβαια, για να κερδίσει τις εντυπώσεις μάς έδωσε και τις ερμηνείες του Πρόκλου, του Ιουλιανού, και του Ιωάννη Καλιτσουνάκη, ερμηνείες που (στο κείμενο της απάντησης τουλάχιστον) διατυπώνουν απλά μια άποψη, χωρίς την παραμικρή αιτιολόγηση.

Ωστόσο, η ερμηνεία όλων των αποπάνω είναι λανθασμένη, κι αυτό μπορεί να αποδειχθεί. Η παράθεση της ερμηνείας του Κάλφα που δώσαμε δεν ήταν απλά για «να ’χουμε να λέμε», κι όποιος βρει περισσότερους να λένε τα αντίθετα κερδίζει. Κι επιπλέον το φιλοσοφικό κείμενο δεν είναι Αγία Γραφή, να το ερμηνεύουμε ανάλογα με τις περιστάσεις όπως γουστάρουμε*. Απαιτεί προσοχή και σχολαστικότητα.

[* Επ’ αυτού, το μεγαλύτερο γέλιο το βγάζει η ΟΟΔΕ στη στάση της απέναντι στη θεωρία της εξέλιξης (μολονότι κρατάει και μια πισινή). Από τη μια έχουμε τους παπάδες που για δεκαετίες κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να μείνει η διδασκαλία της εκτός ύλης στα σχολεία, κι από την άλλη η ΟΟΔΕ «ανακαλύπτει» σε χωρία της Αγίας Γραφής το λόγο του Θεού σε ρόλο δασκάλου της καταγωγής των ειδών! Δείτε και γελάστε π.χ. εδώ κι εδώ. Βρε τι ειν’ τούτοι!]


Πάμε λοιπόν στη φιλοσοφική ανάλυση του κειμένου. Εάν ο Πλάτων κυριολεκτεί, όταν αποκαλεί τους ποιητές που μίλησαν για τους θεούς «παιδιά των θεών» που είναι αδύνατο να αμφισβητήσει κανείς, τότε για ποιο λόγο τους πέταξε με τις κλοτσιές από την ιδανική πόλη του στο 10ο βιβλίο της Πολιτείας; Για ποιο λόγο άσκησε εξοντωτική κριτική σε κάποια από αυτά τα «παιδιά των θεών» στο 2ο και το 3ο βιβλίο, ειδικά σε θέματα της πατροπαράδοτης πίστης για τους θεούς (κάτι που παραδέχτηκε, όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο, κι η ίδια η ΟΟΔΕ); Και για ποιο λόγο αποδομεί την παραδεδομένη έννοια της «ευσέβειας», όπως αυτή διατυπώνεται από τον ιερέα Ευθύφρων, στον ομώνυμο διάλογο; Η ερμηνεία της ειρωνείας είναι η μόνη συνεπής απάντηση που μπορεί να δοθεί.

Υπάρχουν όμως και άλλες σοβαρότερες παράμετροι. Η φράση «εύλογες και αναγκαίες αποδείξεις» δεν λέγεται στην τύχη, και δεν πρέπει να εκληφθεί επιπόλαια. Είναι τεχνικοί όροι, με πολύ συγκεκριμένη σημασία που έχει διατυπωθεί νωρίτερα.

Ήδη από το 28a ο Πλάτωνας κάνει τη διάκριση ανάμεσα σε δύο κόσμους, τον κόσμο της νόησης και τον κόσμο της αίσθησης. Ο κόσμος της νόησης (π.χ. ο κόσμος των μαθηματικών, της γεωμετρίας, και άλλων αφηρημένων εννοιών που ο Πλάτων ονόμαζε «Ιδέες») είναι αιώνιος και αμετάβλητος (π.χ. ο κόσμος να’ρθει ανάποδα, 2+2 θα εξακολουθεί να κάνει 4). Για αυτόν τον κόσμο μπορούμε να αποκτήσουμε «γνώση» (τεχνικός όρος επίσης, με πολύ αυστηρή σημασία).

Αντίθετα, ο κόσμος της αίσθησης κατά Πλάτωνα χαρακτηρίζεται από διαρκή μεταβολή, γένεση και φθορά. Για έναν τέτοιο κόσμο η απόκτηση γνώσης (με την τεχνική σημασία του όρου) είναι αδύνατη, και το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να δίνουμε εύλογες εξηγήσεις.

Η έννοια «εύλογη εξήγηση» (εικός λόγος) είναι τεχνικός όρος που εισάγεται στο 29b, για τον οποίο έχουν γραφτεί ολόκληρα άρθρα, ακόμη και βιβλία. Από τη μια μεριά, προϋποθέτει εξοικείωση με τον κόσμο της νόησης, προϋπόθεση που σχετίζεται με την πλατωνική θέση ότι ο φυσικός κόσμος είναι «αντίγραφο» του νοητού. Από την άλλη μεριά, προϋποθέτει μία πλούσια συλλογή εμπειρικών δεδομένων, ώστε η ερμηνεία που θα δώσουμε για το φυσικό κόσμο να «σώζει τα φαινόμενα» κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ο ίδιος ο Πλάτων, τον καιρό που έγραφε τον «Τίμαιο», ήταν ενήμερος των αστρονομικών εμπειρικών δεδομένων της εποχής του. Επομένως, η «εύλογη εξήγηση», μολονότι σχετίζεται με τον μεταβαλλόμενο κόσμο των αισθήσεων, προϋποθέτει τόσο γνώση του νοητού κόσμου, όσο και απόκτηση πλούσιων εμπειρικών δεδομένων.

Συνοψίζοντας, για τον Πλάτωνα οι καλύτερες (γνωσιολογικά) απαντήσεις είναι οι «αναγκαίες αποδείξεις», και οι δεύτερες καλύτερες οι «εύλογες». Με αυτά υπόψη, δεν είναι δύσκολο να απαντήσουμε στο ερώτημα: τι γνώμη θα είχε για κάποιον που διατυπώνει προτάσεις οι οποίες δεν στηρίζονται ούτε σε εύλογες, ούτε σε αναγκαίες αποδείξεις, δε στηρίζονται δηλαδή σε έννοιες για τις οποίες ο Πλάτων κόπιασε σε όλη του τη ζωή να θεμελιώσει;

Απάντηση που γίνεται ακόμα πιο εύκολη, αν αναλογιστούμε τις τέσσερεις γνωστικές βαθμίδες στο 6ο βιβλίο της Πολιτείας: εικασία, πίστη, διάνοια, νόηση (γνώση). Η «πίστη» δεν είναι αυτό που καταλαβαίνουμε σήμερα, αλλά στο συγκεκριμένο πλαίσιο σχετίζεται με αυτό που θα λέγαμε «εμπειρικά μαθηματικά» (όπως π.χ. αυτά που αναπτύχθηκαν στην αρχαία Αίγυπτο), η «διάνοια» με τα αφηρημένα μαθηματικά, και η «νόηση» με τη διαλεκτική, στάδιο στο οποίο εξετάζεται ακόμα και η φύση των αριθμών (βλ. π.χ. το β’ μέρος του διαλόγου «Παρμενίδης»).

Η «εικασία», το γνωστικό εκείνο στάδιο που δε συνδέεται ούτε με γνώση, ούτε με «εύλογες» εξηγήσεις, αντιστοιχεί στους περίφημους δεσμώτες του Σπηλαίου. Κι όχι απλά δεν υπάρχουν ενδείξεις, αλλά θα ακύρωνε παντελώς την πλατωνική φιλοσοφία η παραδοχή ότι ο Πλάτων θα εκτιμούσε ποτέ την πίστη χωρίς έρευνα, όταν τόσο στο «Μένωνα» (98a) όσο και στο «Θεαίτητο» (201d κ.ε.) έθετε ως απαραίτητο συστατικό της γνώσης τον «λόγο», δηλαδή την αιτιολόγηση και κατανόηση.

Υπάρχει όμως και τρίτος και σημαντικότερος λόγος για να μην εκλάβουμε κυριολεκτικά το επίμαχο χωρίο στον «Τίμαιο». Αρκεί να διαβάσουμε τα προηγούμενα. Πατέρας των θεών και του φυσικού κόσμου είναι ο θεός-Δημιουργός, ο οποίος εισάγεται από το 28a και συνδέεται με την έννοια της αιτίας (παντί γαρ αδύνατον χωρίς αιτίου γένεσιν σχειν). Ο Δημιουργός πλάθει τον κόσμο, ο οποίος κόσμος ονομάζεται επίσης «θεός» (34b1), καθώς και τους «ορατούς θεούς», οι οποίοι είναι τα αστέρια (40a), αλλά και η Γη (40b8).

Τόσο για το Θεό-Δημιουργό ο οποίος είναι το νούμερο ένα στην ιεραρχία, όσο και για τους άλλους θεούς, ο Πλάτων ακολουθεί τις «εύλογες και αναγκαίες αποδείξεις» (29e4, 30b7 κ.ά.). Κανένας από αυτούς δεν μπορεί να ταυτιστεί στη μορφή ή τη λειτουργία με τις παραδοσιακές θεότητες. Πώς λοιπόν θα ήταν ποτέ δυνατό ο Πλάτων να δίνει «εύλογες και αναγκαίες εξηγήσεις» για τις ανώτερες θεότητες (του Δημιουργού συμπεριλαμβανομένου), αλλά να λέει «πίστευε και μη ερεύνα» για τις κατώτερες;

Κι εκτός αυτού, οι παραδοσιακές θεότητες δεν παίζουν τον παραμικρό ρόλο στο πλατωνικό κοσμοείδωλο. Είναι παντελώς περιττές.

Ωστόσο η «επιθετική» μας στάση απέναντι στην ΟΟΔΕ στο προηγούμενο άρθρο μας, οφείλεται κυρίως στην υποκρισία τους να υιοθετούν κάθε φορά όποια άποψη τους βολεύει ανάλογα με τις περιστάσεις, ακόμα κι αν αυτοαναιρούνται. Στην προκειμένη περίπτωση, που τους βολεύει να παρουσιάσουν τον Πλάτωνα ως ένα ευσεβή πιστό, υιοθετούν την ερμηνεία του Καλιτσουνάκη, ο οποίος έγραψε:

Η καρδία είχε νικήσει και παρ' αυτώ τας τυχόν αμφιβολίας του πνεύματος του, εν δε τω ‘’Τιμαίω’’ (40, d) αναγνωρίζει την παραδεδομένην ομηρικήν και ησιόδειον γένεσιν και σειράν αυτών ‘’καίπερ άνευ τε εικότων και αναγκαίων αποδείξεων’’ λεγομένων.


Και συνεχίζουν με παρόμοιες ερμηνείες του Πρόκλου και του Ιουλιανού. Ανάλογη στάση κρατούσαν και στο πρώτο τους άρθρο, όταν λέγαν για τον Πλάτωνα:

Ο Πλάτωνας μέσα στο θεολογικό του πνεύμα ουδέποτε χρησιμοποίησε αλληγορική ερμηνεία των μύθων ή την κριτική τους, αλλά ανάφερε πάντοτε με σεβασμό τους "θεούς" (Φίληβ. 12, c) «το δ΄ εμόν δέος αεί προς τα των θεών ονόματα ουκ έστι κατ΄ άνθρωπον αλλά πέρα του μεγίστου φόβου». Αυτά ήταν επιδράσεις της ευσεβούς του καταγωγής την οποία παρέλαβε κατά τα παιδικά του χρόνια. Η καρδιά του είχε νικήσει και σ’ αυτόν τις αμφιβολίες του πνεύματος, και στον Τίμαιο (40, d) αναγνωρίζει την παραδιδόμενη Ομηρική και Ησιόδεια γένεση και την σειρά τους.

Όταν όμως οι ίδιοι «ορθόδοξοι δογματικοί ερευνητές» θέλουν να πολεμήσουν τους δωδεκαθεϊστές με τα δικά τους όπλα, δηλαδή με τους αρχαίους σοφούς, τότε εμφανίζουν τον Πλάτωνα σαν σφοδρό πολέμιο της παραδοσιακής θρησκείας, π.χ. εδώ:

Ο Πλάτων (428-347 π.Χ.) φυγάδευσε κυριολεκτικά τον Όμηρο από την «Πολιτεία» του, διότι θεώρησε ότι οι ανήθικοί μύθοι για τους θεούς αποτελούν επιζήμια πρότυπα για τους νέους. Τόνισε εμφατικά ότι ο Όμηρος και ο Ησίοδος έπλασαν ψευδείς και ανάξιους μύθους για τους θεούς (Πολιτ. 368Α-383C). Αρνήθηκε ουσιαστικά την πατρώα ειδωλολατρική θρησκεία και προσηλώθηκε στην δική του ιδεατή θεότητα, το «Όντως Όν».

Και αλλού πάλι, οι ΟΟΔΕίτες γράφουν:

Ο Πλάτωνας, θεωρούσε την ιδανική του Πολιτεία, απαλλαγμένη από τα αίσχη των πράξεων των "θεών" της αρχαίας Ελλάδος. Μάλιστα γράφει ότι ακόμα και ως συμβολικές, αυτές οι πράξεις είναι απαράδεκτες για να διαβάζονται από τους νέους, γιατί τους ΔΙΑΦΘΕΙΡΟΥΝ.


Κάθε φορά δηλαδή, ό,τι τους βολεύει. Τα είχαμε πει και στο προηγούμενο άρθρο μας, αλλά οι δαιμόνιοι ερευνητές (κάναν πως) δεν το είδαν. Και μάλιστα το εκλάβαν και σαν «προσβολή» για την οποία θα πρέπει εμείς να απολογηθούμε!

Λίγα λόγια τώρα για τα άλλα αρχαία "πίστευε και μη ερευνα", που έδωσε η ΟΟΔΕ. Το χωρίο που αποδίδεται στον Ερμή Τρισμέγιστο παραπέμπει περισσότερο σε αγνωστικισμό, και λιγότερο σε τυφλή πίστη άνευ έρευνας.

Το χωρίο για τον Αρριανό, αν ενταχθεί στο ευρύτερο πλαίσιό του, δίνει εντελώς άλλο νόημα: λέει ότι δεν θα ασχοληθεί άλλο με τους μύθους, οι οποίοι διηγούνται πράγματα τα οποία ενώ είναι απίθανα για τα ανθρώπινα δεδομένα, μοιάζουν πιθανά αν προσθέσεις μια θεϊκή παρέμβαση. Διαπίστωση έκανε ο άνθρωπος, όχι κήρυγμα! Δείτε εδώ ολόκληρο το κείμενο σε αγγλική μετάφραση (πρώτη παράγραφο).

Η φράση του Ξενοφώντα είναι αυτή που μοιάζει περισσότερο με το "πίστευε και μη ερεύνα", αν και διατηρώ επιφυλάξεις για τη γνησιότητα της επιστολής (όποιος γνωρίζει κάτι παραπάνω ας ενημερώσει).

Το ότι συγκαταλέγουν και το Σωκράτη ανάμεσα στους θιασώτες του «πίστευε και μη ερεύνα» είναι επίσης λάθος, όμως στα πλαίσια της παρούσας ανάρτησης θα ξεφεύγαμε πολύ αν απαντούσαμε στο γιατί. Όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να ρωτήσει στα σχόλια για σχετικές παραπομπές και ενδεικτική βιβλιογραφία.

Για να το πούμε όμως μια ακόμη φορά, εμείς ποτέ δεν ισχυριστήκαμε ότι από την αρχαία Ελλάδα λείπανε οι παραλογισμοί και τα άμπρα κατάμπρα. Η κριτική μας ήταν πολύ συγκεκριμένη, διαπιστώνοντας ότι η ΟΟΔΕ προσπαθεί να αποσείσει την κατηγορία από πάνω της και να τη μεταθέσει στους αρχαίους με επιπόλαιο τρόπο, σε περιπτώσεις που δεν ισχύουν (του Πλάτωνα συγκεκριμένα).


Ας κάνουν λοιπόν πρώτα ένα αξιόπιστο best of των αρχαίων "πίστευε και μη ερεύνα", κι ας πάνε μετά να τα πουν στους παγανιστές, όταν με το καλό μάθουν να τους ξεχωρίζουν.


Για το υπόλοιπο του άρθρου της ΟΟΔΕ τι να σχολιάσει κανείς. Μια απέλπιδα προσπάθεια να βγάλουν από τη μύγα ξύγκι. Όποιος έχει το κουράγιο, ας το διαβάσει να εξάγει τα συμπεράσματά του. Παραθέτω μόνο κάποια χωρία που μου κάναν εντύπωση.

Κάποιοι δηλ. μας μιλάνε αφελώς για ένα δήθεν «Πίστευε και μη Ερεύνα» και εμείς το βλέπουμε να συντρίβεται από το αγιογραφικό «έστι δε πίστις Πραγμάτων Έλεγχος»!
Και πως γίνεται αυτός «ο έλεγχος των πραγμάτων που δεν βλέπονται»; Μα και αυτό υπάρχει. Πλήρης μεθοδολογία για αρχαρίους διατυπωμένη από τον Ιησού:

«Εάν υμείς μείνητε εν τω λόγω τω εμώ, αληθώς μαθηταί μου εστε και ΓΝΩΣΕΣΘΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑΝ, και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς».

Και πάλι λοιπόν, ενώ μας μιλάνε για τα δήθεν «Πίστευε και μη Ερεύνα» εμείς βλέπουμε το ακριβώς αντίθετο, τον τρόπο του «Γνώσεσθε την Αλήθειαν»!

Χρειάζεται εδώ να σχολιάσω κάτι; Όμως πολύ μου άρεσε και το άλλο:

Δεν μπορεί η Εκκλησία να «ξεχάσει» αυτό που είδε και ξέρει, ή να κάνει εύκολες υποχωρήσεις όταν γνωρίζει πως η εν Χριστώ Σωτηρία, στηρίζεται στη μίμηση της ανεπανάληπτης μοναδικότητας του Ιησού Χριστού, όπως αυτή έχει εξαρχής βιωθεί.


Εδώ προφανώς ο συγγραφέας θα είχε στο μυαλό του τις αντιδράσεις και τα παζάρια της Εκκλησίας στο ενδεχόμενο φορολόγησής της. Μιλάμε για πιστή μίμηση της μοναδικότητας του Ιησού!

Όσο για την αγωνιώδη προσπάθεια του συγγραφέα να μας πείσει ότι Ορθοδοξία σημαίνει έρευνα, τι καλύτερο θα μπορούσα να κάνω από το να παραθέσω μερικά άλλα αποσπάσματα από την ίδια ιστοσελίδα στην οποία αρθρογραφεί;

Η Ορθόδοξη Εκκλησία τού Κυρίου μας Ιησού Χριστού, είναι το Σώμα Του, το σύνολο τών φωτιζομένων, θεουμένων, ή έστω καθαιρωμένων πιστών. Έχουν την αλάθητη πίστη που άπαξ παρεδόθη από τον ίδιο τον Θεό στους ανθρώπους, και οι λειτουργοί τού ειδικού ιερατείου της, ως διάδοχοι τών αγίων Αποστόλων, είναι οι μοναδικοί φορείς αυτής τής Χάριτος στους ανθρώπους.


Κυρίως η διαφορά του Χριστιανισμού από την φιλοσοφία φαίνεται στο σημείο ότι η δεύτερη είναι στοχασμός ανθρώπινος ενώ ο Χριστιανισμός είναι αποκάλυψη του Θεού. Δεν είναι ανακάλυψη του ανθρώπου, αλλά αποκάλυψη του Ίδιου του Θεού στον άνθρωπο. Τις αλήθειες του Χριστιανισμού ήταν αδύνατον να τις βρη η ανθρώπινη λογική. Εκεί που ήταν αδύνατος ο ανθρώπινος λόγος ήλθε ο Θεάνθρωπος Λόγος ή μάλλον ο Θεάνθρωπος Χριστός, ο Λόγος του Θεού. Η αποκάλυψη αυτή του Θεού διατυπώθηκε με φιλοσοφικούς όρους της εποχής εκείνης, αλλά πάλι πρέπει να υπογραμμισθεί, δεν είναι φιλοσοφία. Το ένδυμα του Θεανθρώπινου Λόγου είναι παρμένο από την φιλοσοφία της εποχής εκείνης»
[…]
«Επομένως άλλο ο στοχασμός (η φιλοσοφία) και άλλο η προφητεία, δηλαδή ο λόγος του Προφήτη που θεολογεί. Η πρώτη είναι ανθρώπινη ενέργεια, ενώ η δεύτερη είναι αποκάλυψη του Παναγίου Πνεύματος.


Δεκάδες παραδείγματα θα μπορούσα να σας παραθέσω, αρκεί όμως κάτι που βρήκα πολύ πετυχημένο, από εδώ:

Οι άγιοι Πατέρες τής Εκκλησίας από την άλλη, αν και ήταν οι περισσότεροι από αυτούς γνώστες τής φιλοσοφίας, δεν στηρίχθηκαν στην φιλοσοφία για τις δικές τους διδαχές. Δεν είχαν ως κέντρο τη λογική, μέσω στοχασμού και φαντασίας, αλλά είχαν ως κέντρο τον νου. Πρώτα καθάρισαν την καρδιά τους από τα πάθη, και έτσι φωτίσθηκε ο νους τους από την έλευση τής Χάριτος τού Θεού στην καρδιά τους, ώστε να τους ΑΠΟΚΑΛΥΦΘΕΙ Ο ΘΕΟΣ. Δεν προσπαθούσαν να προσεγγίσουν τον Θεό δια τής λογικής, αλλά δια τής καθαρότητος, που τους καθιστούσε θεοφόρους, και τους έδινε την ΕΜΠΕΙΡΙΑ τού Θεού.

Ενώ δηλαδή η Φιλοσοφία είναι θεωρητική γνώση, (με την επιστημονική έννοια τής λέξης: "θεωρία"), η Θεολογία είναι πρακτική γνώση. Στη Φιλοσοφία ΨΑΧΝΕΙΣ ΝΑ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ δια λογικών παραδοχών τον Θεό (ή τον κόσμο). Στη Θεολογία, ΗΔΗ ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ τον Θεό, και πρέπει απλώς ΝΑ ΔΙΑΤΥΠΩΣΕΙΣ αυτό που γνωρίζεις με τη λογική, σε εύληπτες προτάσεις.

Στο σημείο αυτό θα προέτρεπα φυσικούς και γιατρούς να σκίσουν τα πτυχία τους, γιατί η συνέχεια λέει:

Η Θεολογία, συγγενεύει περισσότερο με τις φυσικές επιστήμες, και κυρίως με την ιατρική, παρά με τη Φιλοσοφία, όσο και αν αυτό είναι δυσδιάκριτο για όσους δεν την γνωρίζουν. Γιατί η Θεολογία, στηρίζεται στην ΠΡΑΚΤΙΚΗ θεραπεία τού γνωστικού οργάνου για τον Θεό, (του νοός), για να μπορέσει να γίνει ο Θεός ΑΙΣΘΗΤΟΣ στον άνθρωπο, κάτι που συνεπάγεται όχι μόνο γνώση τού Θεού, αλλά και θεραπεία.

Και όπως στην ιατρική και στις λοιπές επιστήμες ο ερευνητής καλείται να πειραματισθεί με αυτό που θέλει να αποδείξει, και να δοκιμάσει τις θεραπευτικές μεθόδους που παρατηρήθηκαν ότι λειτουργούν σε άλλους, στη Θεολογία, υπάρχει κι εδώ πείραμα. Δεχόμαστε την αξιοπιστία τής ΓΝΩΣΤΗΣ σ' εμάς εμπειρίας τών αγίων, και καλούμαστε να την επαναλάβουμε στον εαυτό μας. Με τη βεβαιότητα ότι αν καθαρίσουμε την καρδιά μας όπως εκείνοι, θα γνωρίσουμε τον Θεό. Δεν πρόκειται δηλαδή για αφηρημένα ιδεολογήματα τής Φιλοσοφίας, αλλά για ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ μεθόδους θέασης τού Θεού, και ένωσης μαζί Του.



Πήραμε λοιπόν μια καλή γεύση για το τι σημαίνει «δογματική έρευνα» και «πείραμα». Και για όσους δεν κατάλαβαν ακόμα:

Ομοίως και η Φιλοσοφία, υπήρξε μια ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΜΕΝΗ και ΑΝΑΓΚΑΙΑ και ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ μέθοδος αναζήτησης τού Θεού (μεταξύ άλλων αναζητήσεων). Και έδωσε ώθηση στον πολιτισμό, και πολλά της χρωστάει ο κόσμος. Όταν όμως ήρθε η Θεολογία, όταν ο ίδιος ο Θεός ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ πλέον, η αναγκαιότητα αναζήτησής του δεν υφίσταται πια. Γιατί ποιος ο λόγος να ψάχνεις για κάτι το οποίο σου αποκαλύπτεται; Αυτός ήταν ο λόγος που σοφά οι Έλληνες αντικατέστησαν τη Φιλοσοφία με τη Θεολογία, και επικέντρωσαν πλέον την προσοχή τους, όχι στην έρευνα, αλλά στη ΔΙΑΤΥΠΩΣΗ όσων πλέον γνώριζαν για τον Θεό.


Τελειώνω με μια εξήγηση της ΟΟΔΕ του τι σημαίνει δόγμα και δογματική έρευνα, με υπότιτλο «Το δόγμα δεν είναι ιδέα ή διανοητική θεώρηση, αλλά ακτίνες θείας αποκαλύψεως στον άνθρωπο»:

Είναι ξεκάθαρο, από όσα είπαμε μέχρι τώρα αλλά και από όσα αναφέραμε την προηγούμενη φορά, ότι τα δόγματα της πίστεώς μας δεν είναι ανθρώπινες ιδέες, σκέψεις, απόψεις, θεωρίες ή φιλοσοφίες αλλά οι από Θεού αποκεκαλυμμένες αλήθειες που είναι απαραίτητες για τη σωτηρία μας. Και δεν είναι μόνον οι θεωρητικές αλήθειες, ότι δηλαδή, ο Σωτήρας του ανθρωπίνου γένους είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού, που έγινε άνθρωπος και σταυρώθηκε για μας και αναστήθηκε, κ.τ.λ., αλλά και οι πρακτικές, δηλαδή, πως ακριβώς πρέπει να ζει ένας χριστιανός για να μην τον εγκαταλείψει η Χάρις του Θεού και αντίστροφα πάλι, τι πρακτικά πρέπει να κάνει για να λάβει δωρεάν την Χάρη και την σωτηρία όπως, για παράδειγμα, να βαπτιστεί, να κοινωνεί του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, να προσεύχεται, κ.τ.λ.. Έτσι, διαβάζουμε, για παράδειγμα, στις Πράξεις των Αποστόλων, ότι «δόγματα» χαρακτηρίζονται οι αποφάσεις της Αποστολικής Συνόδου που, μεταξύ των άλλων, παρήγγειλε στους υπολοίπους χριστιανούς να απέχουν από «ειδωλοθύτων και αίματος και πνικτών και πορνείας» (Πράξ. ιε΄/15, 29). Και οι καθαρά πρακτικές αυτές πτυχές της ζωής των χριστιανών χαρακτηρίζονται, από τον Ευαγγελιστή Λουκά, ως δόγματα της Εκκλησίας και μάλιστα «εγκεκριμένα υπό των Αποστόλων και πρεσβυτέρων» (Πράξ. ις΄/16, 4).


Και για να κλείσουμε το άρθρο επιστρέφοντας στο επίμαχο θέμα: Εάν κάποιος τυχαίος αναγνώστης διαβάσει την απάντηση που μας έδωσε η ΟΟΔΕ, και ρωτήσει «μα καλά, και πού ξέρω ποιοι τα λένε αυτά, και αν τα λένε ακριβώς έτσι όπως εσείς τα παρουσιάζετε, όταν δεν δίνετε ούτε μία παραπομπή». Ποια είναι η απάντηση που βγαίνει αβίαστα από το άρθρο τους;

..................

Ακριβώς!
Κοινοποιήστε το στο..
 
Υποσέλιδο
Κορυφή